Τι είναι η γλωσσική διαταραχή;
Ο όρος «γλωσσική διαταραχή» περιγράφει μια σημαντική και επίμονη δυσκολία στη γλωσσική ανάπτυξη, η οποία δεν εξηγείται καλύτερα από άλλες καταστάσεις (π.χ. απώλεια ακοής, γενικευμένη νοητική δυσκολία ή σοβαρή νευρολογική νόσο). Πρόκειται για νευροαναπτυξιακή δυσκολία: δηλαδή ο εγκέφαλος επεξεργάζεται και οργανώνει τη γλώσσα με διαφορετικό τρόπο, με αποτέλεσμα το παιδί να χρειάζεται περισσότερη προσπάθεια, χρόνο ή υποστήριξη για να κατανοήσει και να εκφραστεί.
Στην πράξη μπορεί να φαίνεται με πολλούς τρόπους:
- ένα παιδί που δυσκολεύεται να καταλάβει τι του λένε,
- ένα παιδί που ξέρει τι θέλει να πει αλλά δεν βρίσκει τις λέξεις,
- ένα παιδί που μιλάει «ανοργάνωτα» ή με πολύ απλό λόγο για την ηλικία του,
- ένα παιδί που καθυστερεί να μιλήσει ή δεν προχωρά γλωσσικά με τον αναμενόμενο ρυθμό.
Σημαντικό είναι ότι οι γλωσσικές διαταραχές δεν έχουν σχέση με έλλειψη νοημοσύνης ή προσπάθειας. Πολλά παιδιά έχουν φυσιολογική ή και υψηλή νοητική επάρκεια, αλλά δυσκολεύονται ειδικά στη γλώσσα.
Βασικά σημεία-κλειδιά
- Οι γλωσσικές διαταραχές στα παιδιά μπορεί να περιλαμβάνουν δυσκολίες στην άρθρωση των ήχων, στην κατασκευή προτάσεων και προβλήματα κατανόησης, έκφρασης και γλωσσικής καθυστέρησης.
- Τα αίτια των γλωσσικών διαταραχών είναι ποικίλα, συμπεριλαμβανομένων νευρολογικών, γενετικών, περιβαλλοντικών και ψυχολογικών παραγόντων, και συχνά απαιτούν πλήρη ιατρική και λογοθεραπευτική διάγνωση.
- Οι γλωσσικές διαταραχές επηρεάζουν διάφορες πτυχές της καθημερινής ζωής των παιδιών, συμπεριλαμβανομένης της κοινωνικής ζωής, της σχολικής εκπαίδευσης και της αυτοεκτίμησης, και απαιτούν επαγγελματική παρέμβαση, οικογενειακή υποστήριξη και εκπαιδευτικές προσαρμογές.

Η διάκριση ανάμεσα σε «λόγο» και «γλώσσα»
Συχνά οι όροι μπερδεύονται, οπότε αξίζει να ξεκαθαρίσουμε κάτι βασικό:
Λόγος / ομιλία είναι η παραγωγή των ήχων και των λέξεων. Δηλαδή το πώς μιλάω: άρθρωση, ροή, καθαρότητα, ρυθμός.
Γλώσσα είναι το σύστημα με το οποίο οργανώνουμε και μεταφέρουμε νόημα. Δηλαδή το τι λέω και πώς το χτίζω: λεξιλόγιο, γραμματική, σύνταξη, κατανόηση, αφήγηση, χρήση της γλώσσας σε κοινωνικές καταστάσεις.
Έτσι, ένα παιδί μπορεί να έχει δυσκολία στον λόγο (π.χ. να μην προφέρει καθαρά ήχους) χωρίς να έχει δυσκολία στη γλώσσα. Ή μπορεί να μιλάει καθαρά, αλλά να έχει σαφή δυσκολία στη γλώσσα (π.χ. να μην κατανοεί οδηγίες ή να μην χτίζει προτάσεις).
Αυτή η διάκριση είναι πολύ σημαντική, γιατί καθορίζει και το πώς θα αξιολογηθεί το παιδί αλλά και το ποιο είδος παρέμβασης χρειάζεται.
Δείτε υλικό και βιβλία για παιδιά με γλωσσικές διαταραχές και διαταραχές επικοινωνίας.
Βασικές μορφές γλωσσικών δυσκολιών που συναντάμε
Οι γλωσσικές δυσκολίες δεν είναι «μία και ίδια» σε όλα τα παιδιά. Συνήθως τις βλέπουμε σε τέσσερις βασικές κατηγορίες, που μπορεί να εμφανιστούν μόνες τους ή σε συνδυασμό:
-
Δυσκολίες στην κατανόηση (δεκτική γλώσσα)
Το παιδί δυσκολεύεται να καταλάβει λέξεις, προτάσεις, αφηρημένες έννοιες ή οδηγίες. Μπορεί να χρειάζεται περισσότερους επαναληπτικούς κύκλους και πιο απλή γλώσσα για να ακολουθήσει αυτό που του λέμε. -
Δυσκολίες στην έκφραση (εκφραστική γλώσσα)
Το παιδί δυσκολεύεται να βρει λέξεις, να οργανώσει σωστά τις προτάσεις ή να αφηγηθεί γεγονότα. Συχνά ακούγεται «μικρότερο» γλωσσικά από την ηλικία του, παρότι κατανοεί πολλά. -
Γλωσσική καθυστέρηση / αργός ρυθμός εξέλιξης
Η γλώσσα εμφανίζεται πιο αργά ή προχωρά με πολύ αργό ρυθμό. Ένα μέρος των παιδιών «προλαβαίνει» με τον χρόνο, αλλά όταν η καθυστέρηση επιμένει ή συνοδεύεται από άλλα σημάδια, χρειάζεται αξιολόγηση. Στα δύο χρόνια περίπου 15–20% των παιδιών παρουσιάζουν καθυστέρηση στην ομιλία, όμως δεν εξελίσσονται όλα με τον ίδιο τρόπο. -
Δυσκολίες στην κοινωνική χρήση της γλώσσας (πραγματολογία)
Το παιδί μπορεί να μιλάει αρκετά, αλλά δυσκολεύεται να χρησιμοποιήσει τη γλώσσα «κοινωνικά»: να ξεκινήσει διάλογο, να κρατήσει θέμα, να προσαρμόσει τον λόγο στο πλαίσιο ή να καταλάβει υπονοούμενα.
Αναπτυξιακά ορόσημα λόγου 0–6 ετών και ενδείξεις που χρειάζονται αξιολόγηση
Η γλωσσική ανάπτυξη δεν εξελίσσεται με τον ίδιο ρυθμό σε όλα τα παιδιά. Υπάρχει φυσιολογική ποικιλία, όμως υπάρχουν και συγκεκριμένα ορόσημα που μας βοηθούν να καταλάβουμε αν η πορεία είναι μέσα στα αναμενόμενα. Τα ορόσημα είναι «μέσοι όροι» και όχι απόλυτα χρονικά όρια, αλλά όταν βλέπουμε σταθερή καθυστέρηση, ελάχιστη πρόοδο ή παλινδρόμηση, τότε χρειάζεται αξιολόγηση από λογοθεραπευτή και, αν χρειαστεί, από διεπιστημονική ομάδα.
0–6 μηνών: τα πρώτα θεμέλια της επικοινωνίας
Στο πρώτο εξάμηνο, το παιδί επικοινωνεί κυρίως με βλέμμα, ήχους και αντιδράσεις. Περιμένουμε να στρέφεται σε ήχους, να ηρεμεί ή να «ζωντανεύει» όταν ακούει γνώριες φωνές, να βγάζει φωνούλες ευχαρίστησης και να αρχίζει να παίζει με το στόμα και τη φωνή του (γουργουρητά). Επίσης, το χαμόγελο ως κοινωνική ανταπόκριση είναι σημαντικό σημάδι.
Ενδείξεις που χρειάζονται αξιολόγηση σε αυτή τη φάση είναι όταν το βρέφος δεν αντιδρά σε δυνατούς ή ξαφνικούς ήχους, δεν κάνει καμία προσπάθεια για φωνούλες ή δεν δείχνει ενδιαφέρον για ανθρώπινα πρόσωπα/φωνές.
6–12 μηνών: βάβισμα, ήχοι και επικοινωνιακές προθέσεις
Σε αυτό το διάστημα εμφανίζεται συνήθως το βάβισμα (π.χ. «μπα-μπα», «ντα-ντα») και η χρήση της φωνής για να τραβήξει προσοχή. Το παιδί αρχίζει να καταλαβαίνει το όνομά του, να γυρίζει όταν το φωνάζουμε και να «συνομιλεί» με ήχους. Παράλληλα, περιμένουμε να χρησιμοποιεί απλές χειρονομίες όπως να τεντώνει χέρια για αγκαλιά ή να δείχνει κάτι που θέλει.
Ενδείξεις που χρειάζονται αξιολόγηση εδώ είναι η απουσία βαβίσματος, η έλλειψη ανταπόκρισης στο όνομα ή η απουσία χειρονομιών/επικοινωνιακής πρόθεσης.
12–18 μηνών: πρώτες λέξεις και κατανόηση απλών οδηγιών
Πολλά παιδιά σε αυτό το στάδιο αρχίζουν να λένε τις πρώτες τους λειτουργικές λέξεις (π.χ. «μαμά», «μπαμπάς», «νερό») και να τις χρησιμοποιούν με νόημα. Η κατανόηση συνήθως προχωρά πιο γρήγορα από την έκφραση: το παιδί δείχνει αντικείμενα όταν τα ονομάζουμε, ακολουθεί απλές οδηγίες («φέρε τη μπάλα», «έλα εδώ») και μιμείται ήχους/λέξεις.
Ενδείξεις που χρειάζονται αξιολόγηση είναι όταν δεν υπάρχουν καθόλου λέξεις μέχρι τους 16–18 μήνες ή όταν το παιδί δεν φαίνεται να καταλαβαίνει απλές καθημερινές λέξεις/οδηγίες.
18–24 μηνών: λεξιλόγιο που «ανοίγει» και αρχές συνδυασμών
Γύρω στα 2 έτη περιμένουμε μια αισθητή αύξηση λεξιλογίου και την εμφάνιση απλών συνδυασμών 2 λέξεων, όπως «θέλω νερό», «μαμά έλα». Το παιδί αρχίζει να ονομάζει γνώριμα αντικείμενα, να ζητά πράγματα με λέξεις και να δείχνει ότι καταλαβαίνει πιο σύνθετες οδηγίες της καθημερινότητας.
Ενδείξεις που χρειάζονται αξιολόγηση είναι όταν το λεξιλόγιο παραμένει πολύ περιορισμένο (λίγες μόνο λέξεις), όταν δεν εμφανίζονται καθόλου συνδυασμοί λέξεων κοντά στα 24 μήνες ή όταν η κατανόηση φαίνεται σημαντικά χαμηλή.
2–3 ετών: προτάσεις, γραμματική και καταληπτότητα
Σε αυτή την ηλικία η γλώσσα γίνεται πιο «οργανωμένη». Το παιδί αρχίζει να φτιάχνει μικρές προτάσεις, να χρησιμοποιεί ρήματα, να κάνει ερωτήσεις, να αφηγείται απλά γεγονότα με τη σειρά. Η ομιλία του γίνεται πιο κατανοητή και από ανθρώπους εκτός οικογένειας. Ένας πρακτικός κανόνας είναι ότι γύρω στα 3 χρόνια ένας ξένος ακροατής θα πρέπει να καταλαβαίνει το μεγαλύτερο μέρος όσων λέει το παιδί, έστω κι αν υπάρχουν ακόμη φωνολογικά λάθη.
Ενδείξεις που χρειάζονται αξιολόγηση: το παιδί δεν σχηματίζει προτάσεις, μιλά ελάχιστα, δεν μπορεί να γίνει κατανοητό ή δυσκολεύεται έντονα να ακολουθήσει οδηγίες 2 βημάτων.
3–4 ετών: αφήγηση, διάλογος, «γιατί» και «πώς»
Το παιδί πλέον μιλά πιο άνετα, αφηγείται μικρές ιστορίες, συμμετέχει σε διάλογο με ερωταποκρίσεις και αρχίζει να χρησιμοποιεί πιο σύνθετες έννοιες («χτες», «αύριο», «επειδή»). Επίσης περιμένουμε να καταλαβαίνει ιστορίες που ακούει και να απαντά σε απλές ερωτήσεις πάνω σε αυτές.
Ενδείξεις που χρειάζονται αξιολόγηση εδώ είναι όταν ο λόγος παραμένει «τηλεγραφικός» (μόνο λέξεις-κλειδιά), όταν υπάρχει έντονη δυσκολία στην αφήγηση ή όταν το παιδί δεν κατανοεί απλές ερωτήσεις/έννοιες της καθημερινότητας.
4–6 ετών: γλωσσικές δεξιότητες «σχολικής ετοιμότητας»
Στην προσχολική ηλικία η γλώσσα στηρίζει άμεσα τη μάθηση. Το παιδί πρέπει να μπορεί να αφηγείται με αρχή-μέση-τέλος, να περιγράφει τι συνέβη, να καταλαβαίνει χωροχρονικές έννοιες (π.χ. «πάνω/κάτω», «πριν/μετά»), να ακολουθεί οδηγίες 3 βημάτων και να παίζει ρόλους στο συμβολικό παιχνίδι με λόγο. Επίσης χτίζει φωνολογική επίγνωση (π.χ. να βρίσκει λέξεις που ομοιοκαταληκτούν) που αργότερα βοηθά στην ανάγνωση.
Ενδείξεις που χρειάζονται αξιολόγηση: το παιδί δυσκολεύεται έντονα να αφηγηθεί ή να περιγράψει, δεν κατανοεί ιστορίες/οδηγίες, έχει λόγο πολύ «ανώριμο» για την ηλικία ή αποφεύγει την επικοινωνία με συνομηλίκους λόγω δυσκολίας έκφρασης.
Οι βασικοί τύποι γλωσσικών και λογο-ομιλιακών δυσκολιών

Στην καθημερινή γλώσσα συχνά λέμε «έχει γλωσσικές δυσκολίες» για οτιδήποτε αφορά τον λόγο. Όμως, για να καταλάβουμε τι χρειάζεται κάθε παιδί, είναι σημαντικό να ξεχωρίζουμε ποιο κομμάτι της επικοινωνίας δυσκολεύεται περισσότερο: η ομιλία (οι ήχοι/η ευχέρεια) ή η γλώσσα (το νόημα/η δομή). Κάποιες φορές η δυσκολία είναι «καθαρή» σε έναν τομέα, άλλες φορές είναι μικτή.
1. Καθυστέρηση λόγου / καθυστερημένη γλωσσική εμφάνιση
Η καθυστέρηση λόγου είναι όταν το παιδί ακολουθεί τη φυσιολογική σειρά ανάπτυξης, αλλά με πιο αργό ρυθμό. Δηλαδή κάνει αυτά που περιμένουμε (πρώτες λέξεις, μικρές προτάσεις), απλώς αργεί να τα φτάσει.
Στην πράξη βλέπουμε ότι:
- το παιδί καταλαβαίνει αρκετά καλά,
- έχει διάθεση για επικοινωνία (δείχνει, ζητά, μοιράζεται),
- αλλά το λεξιλόγιο/οι προτάσεις του είναι «πίσω» σε σχέση με την ηλικία.
Πολλά παιδιά με καθυστερημένη γλωσσική εμφάνιση «πιάνουν» τους συνομηλίκους τους, ειδικά όταν υπάρχει πλούσια γλωσσική έκθεση και σωστή υποστήριξη. Όμως, επειδή δεν μπορούμε από νωρίς να ξέρουμε ποια παιδιά θα εξελιχθούν αυτόματα και ποια θα χρειαστούν πιο συστηματική παρέμβαση, η έγκαιρη αξιολόγηση είναι σημαντική.
2. Διαταραχές φωνολογίας / άρθρωσης (δυσκολίες στους ήχους)
Εδώ η κύρια δυσκολία αφορά το πώς παράγονται οι ήχοι και πόσο καθαρή είναι η ομιλία.
Το παιδί μπορεί:
- να αντικαθιστά ήχους (π.χ. «τότα» αντί «κότα»),
- να παραλείπει συλλαβές,
- να «απλοποιεί» δύσκολες λέξεις,
- να μην γίνεται εύκολα κατανοητό.
Το σημαντικό στοιχείο είναι ότι η κατανόηση και η οργάνωση των προτάσεων μπορεί να είναι φυσιολογικές. Δηλαδή το παιδί «ξέρει τι θέλει να πει» αλλά δυσκολεύεται να το πει καθαρά.
Στην προσχολική ηλικία αρκετά φωνολογικά λάθη είναι αναμενόμενα, αλλά όταν η ομιλία παραμένει πολύ δυσκατάληπτη ή τα λάθη είναι «άτυπα» για την ηλικία, χρειάζεται λογοθεραπευτική αξιολόγηση.
3. Διαταραχές ευχέρειας (τραυλισμός)
Ο τραυλισμός είναι δυσκολία στην ομαλή ροή της ομιλίας. Μπορεί να εμφανίζεται με επαναλήψεις ήχων/συλλαβών, «κολλήματα», επιμηκύνσεις ή έντονη προσπάθεια για να βγει η λέξη.
Συχνά αυξομειώνεται ανάλογα με το άγχος, την κούραση ή τον ρυθμό του περιβάλλοντος. Ένα παιδί μπορεί να μιλά άνετα στο σπίτι και να δυσκολεύεται περισσότερο σε ένταση ή πίεση.
Οι παροδικές δυσρυθμίες είναι συχνές γύρω στα 2,5–4 έτη, όταν η σκέψη «τρέχει» πιο γρήγορα από τη γλώσσα. Όμως, όταν οι δυσκολίες επιμένουν, συνοδεύονται από ένταση/φόβο ομιλίας ή αποφυγή, η έγκαιρη παρέμβαση βοηθά σημαντικά.
4. Αναπτυξιακή Γλωσσική Διαταραχή
Η Αναπτυξιακή Γλωσσική Διαταραχή είναι μια επίμονη δυσκολία στη γλώσσα που δεν εξηγείται από αισθητηριακή απώλεια, νοητική αναπηρία ή νευρολογική νόσο. Πρόκειται για νευροαναπτυξιακή δυσκολία με μεγάλη ποικιλία προφίλ.
Στην πράξη μπορεί να φαίνεται ως:
- δυσκολία κατανόησης σύνθετων προτάσεων ή εννοιών,
- φτωχότερο λεξιλόγιο και δυσκολία εύρεσης λέξεων,
- «ανώριμες» προτάσεις για την ηλικία,
- δυσκολίες στην αφήγηση και στην οργάνωση λόγου,
- δυσκολίες στη χρήση της γλώσσας σε κοινωνικά πλαίσια.
Ένα παιδί με Αναπτυξιακή Γλωσσική Διαταραχή μπορεί να είναι πολύ κοινωνικό, να προσπαθεί, να χρησιμοποιεί χειρονομίες, αλλά να φαίνεται ότι “κολλάει” στη γλώσσα. Η δυσκολία συχνά γίνεται πιο εμφανής όταν αυξάνονται οι γλωσσικές απαιτήσεις στο νηπιαγωγείο και στο δημοτικό.
5. Μικτές δυσκολίες λόγου και γλώσσας
Πολλά παιδιά δεν ανήκουν σε «καθαρή» κατηγορία. Μπορεί να έχουν και δυσκατάληπτη ομιλία και δυσκολίες στην κατανόηση/οργάνωση λόγου.
Σε αυτές τις περιπτώσεις μιλάμε για μικτή εικόνα και χρειάζεται ολοκληρωμένη αξιολόγηση, γιατί η παρέμβαση στοχεύει σε περισσότερους από έναν μηχανισμούς.
Σημεία και συμπτώματα γλωσσικών διαταραχών στα παιδιά

Δυσκολίες κατανόησης
Τα παιδιά με γλωσσικές δυσκολίες μπορεί να δυσκολεύονται να κατανοήσουν αφηρημένες έννοιες ή σύνθετες λέξεις. Αυτό σημαίνει ότι λέξεις ή ιδέες που φαίνονται απλές στους συνομηλίκους τους μπορεί να απαιτούν πολλά παραδείγματα και επαναλήψεις για να τις κατανοήσουν.
Επιπλέον, τα παιδιά αυτά μπορεί επίσης να έχουν προβλήματα να ακολουθούν οδηγίες πολλών βημάτων. Ακόμη και οι απλές προφορικές οδηγίες μπορεί να δημιουργήσουν σημαντικές προκλήσεις, όπως και η κατανόηση των ερωτήσεων που θέτουν οι ενήλικες.
Δυσκολίες στην έκφραση
Τα παιδιά με γλωσσικές δυσκολίες μπορεί να δυσκολεύονται να βρουν τις κατάλληλες λέξεις για να γίνουν κατανοητά. Μπορεί συχνά να αναζητούν λέξεις κατά τη διάρκεια μιας συζήτησης, γεγονός που μπορεί να κάνει την επικοινωνία απογοητευτική τόσο για τα ίδια όσο και για τους άλλους.
Επιπλέον, τα παιδιά αυτά μπορεί να έχουν και προβλήματα με τη γραμματική, όπως η λανθασμένη χρήση των ρηματικών χρόνων. Ο Rémi, για παράδειγμα, δυσκολεύεται να απαντήσει σε απλές ερωτήσεις και να εκφραστεί με σαφήνεια λόγω δυσφασίας και δυσκολιών που σχετίζονται με το «dys».
Γλωσσική καθυστέρηση
Η γλωσσική καθυστέρηση εκδηλώνεται συχνά ως
- καθυστερημένη απόκτηση των πρώτων λέξεων
- δυσκολία σχηματισμού απλών προτάσεων ακόμη και μετά την ηλικία των δύο ετών
- μέχρι την ηλικία του ενός έτους, το παιδί μπορεί να μην παράγει ήχους, να μην ανταποκρίνεται στο όνομά του ή να μην αναγνωρίζει οικεία αντικείμενα με το όνομά τους.
Καλό είναι να συμβουλευτείτε λογοθεραπευτή από την ηλικία του 1,5 έτους εάν το παιδί δεν κατανοεί απλές οδηγίες ή δεν λέει λέξεις. Στην ηλικία των 2 ετών, η συμβουλή είναι απαραίτητη εάν το παιδί παράγει λίγες μόνο κατανοητές λέξεις ή δεν κάνει συνδυασμούς λέξεων.
Ενδείξεις ανησυχίας – πότε χρειάζεται άμεση αξιολόγηση
Δεν χρειάζεται πανικός σε κάθε μικρή απόκλιση. Υπάρχουν όμως κλινικές ενδείξεις ανησυχίας που καλό είναι να μας κινητοποιήσουν.
Στην πρώτη διετία, αν το παιδί δεν μπαμπαλίζει, δεν ανταποκρίνεται στο όνομά του, δεν δείχνει για να ζητήσει/μοιραστεί ενδιαφέρον ή δεν λέει λέξεις ως τους 18 μήνες, αξίζει να γίνει έλεγχος. Μετά τα 2 χρόνια, αν οι λέξεις είναι πολύ λίγες, αν δεν συνδυάζει δύο λέξεις, αν η κατανόηση φαίνεται χαμηλή ή αν οι δυσκολίες επιμένουν για μήνες χωρίς βελτίωση, η αξιολόγηση από λογοθεραπευτή είναι η κατάλληλη επόμενη κίνηση.
Αιτίες γλωσσικών δυσκολιών – τι γνωρίζουμε σήμερα
Οι γλωσσικές δυσκολίες δεν έχουν μία και μοναδική αιτία. Η σύγχρονη έρευνα τις αντιμετωπίζει ως αποτέλεσμα αλληλεπίδρασης βιολογικών και περιβαλλοντικών παραγόντων, με διαφορετικό «μείγμα» σε κάθε παιδί.
Σε αρκετές περιπτώσεις μιλάμε για αναπτυξιακή γλωσσική διαταραχή (παλαιότερα «δυσφασία»), όπου οι δυσκολίες στη γλώσσα είναι πρωτογενείς, επιμένουν στην σχολική ηλικία και δεν εξηγούνται από άλλη νευρολογική, αισθητηριακή ή αναπτυξιακή κατάσταση. Πρόκειται για διαταραχή που σχετίζεται με διαφοροποιήσεις στη νευρωνική οργάνωση της γλώσσας και έχει συχνά οικογενειακό υπόβαθρο, χωρίς να υπάρχει ένα συγκεκριμένο «γονίδιο» που την προκαλεί.
Σε άλλες περιπτώσεις, οι γλωσσικές δυσκολίες είναι δευτερογενείς, δηλαδή συνδέονται με άλλες καταστάσεις ή παράγοντες, όπως:
- δυσκολίες ακοής (μόνιμες ή παροδικές),
- νευρολογικές ή νευροαναπτυξιακές καταστάσεις (π.χ. ΔΑΦ, ΔΕΠΥ, νοητική αναπηρία),
- πρόωρη γέννηση ή βιολογικοί παράγοντες κινδύνου,
- σοβαρά ιατρικά επεισόδια που επηρεάζουν τη νευρολογική λειτουργία.
Το περιβάλλον παίζει επίσης ρόλο, όχι ως «αιτία» από μόνο του, αλλά ως παράγοντας που μπορεί να ενισχύσει ή να επιβαρύνει. Η περιορισμένη γλωσσική αλληλεπίδραση, το χρόνιο στρες ή το τραύμα μπορούν να καθυστερήσουν την ανάπτυξη λόγου, ιδιαίτερα σε παιδιά που ήδη έχουν βιολογική ευαλωτότητα. Η ουσία είναι ότι η γλωσσική δυσκολία είναι πραγματική νευροαναπτυξιακή δυσκολία, όχι αποτέλεσμα «τεμπελιάς» ή κακής προσπάθειας.
Πώς γίνεται η διάγνωση στην πράξη

Η σωστή διάγνωση στηρίζεται σε διεπιστημονική διερεύνηση και όχι σε ένα μεμονωμένο τεστ. Πρακτικά ακολουθούνται τρία βασικά βήματα.
Πρώτα, γίνεται αναλυτική λήψη ιστορικού: πώς ήταν η πορεία της ανάπτυξης, πότε εμφανίστηκαν οι δυσκολίες, τι παρατηρείται στο σπίτι και στο σχολείο, και αν υπάρχει οικογενειακό ιστορικό. Έπειτα, ακολουθεί κλινική παρατήρηση του παιδιού σε φυσικές και δομημένες συνθήκες, ώστε να καταγραφεί η πραγματική λειτουργική του επικοινωνία.
Το τρίτο βήμα είναι η σταθμισμένη λογοθεραπευτική αξιολόγηση, η οποία εξετάζει:
- δεκτική γλώσσα (κατανόηση),
- εκφραστική γλώσσα (λεξιλόγιο, σύνταξη, αφήγηση),
- φωνολογική/αρθρωτική οργάνωση της ομιλίας,
- πραγματολογία (χρήση γλώσσας στην κοινωνική επικοινωνία),
- και, όπου χρειάζεται, προαναγνωστικές/μεταγλωσσικές δεξιότητες.
Όταν υπάρχουν ενδείξεις συνοδών δυσκολιών (π.χ. αισθητηριακές, κινητικές, αναπτυξιακές), προτείνεται συνεργασία με παιδίατρο/αναπτυξιολόγο, παιδοψυχίατρο ή εργοθεραπευτή, ώστε η εικόνα να είναι πλήρης και να αποκλειστούν άλλες αιτίες. Η διάγνωση δεν είναι «ταμπέλα», αλλά χάρτης αναγκών, στον οποίο θα βασιστεί το πρόγραμμα παρέμβασης.
Επιπτώσεις στην καθημερινή ζωή
Οι γλωσσικές δυσκολίες δεν μένουν “μόνο στον λόγο”. Ακουμπούν πολλά επίπεδα της ζωής του παιδιού.
Στο κοινωνικό πεδίο, ένα παιδί που δεν βρίσκει εύκολα λέξεις ή δεν καταλαβαίνει τους κανόνες του διαλόγου μπορεί να αποσύρεται, να αποφεύγει το παιχνίδι ή να παρεξηγείται. Στο σχολείο, η γλώσσα είναι το εργαλείο με το οποίο μαθαίνουμε. Όταν η κατανόηση και η έκφραση είναι δύσκολες, επηρεάζονται η ανάγνωση, η γραφή, η μαθηματική σκέψη και η γενικότερη επίδοση. Αυτές οι εμπειρίες συχνά πιέζουν την αυτοεκτίμηση: το παιδί μπορεί να αρχίσει να πιστεύει ότι «δεν τα καταφέρνει», ενώ στην πραγματικότητα χρειάζεται άλλον τρόπο μάθησης και στήριξης.
Παρέμβαση – τι βοηθά πραγματικά
Η παρέμβαση στις γλωσσικές δυσκολίες είναι αποτελεσματική όταν είναι έγκαιρη, συστηματική και εξατομικευμένη. Η λογοθεραπεία παραμένει ο βασικός πυλώνας και στηρίζεται σε τεχνικές που έχουν τεκμηριωθεί ερευνητικά: στοχευμένες ασκήσεις για λεξιλόγιο, γραμματικοσυντακτική ανάπτυξη, φωνολογική επίγνωση, αφηγηματικές δεξιότητες και κατανόηση προφορικού/γραπτού λόγου, ανάλογα με το προφίλ του παιδιού.
Ιδιαίτερα στις μικρές ηλικίες, σημαντικό ρόλο παίζουν οι παρεμβάσεις με καθοδήγηση γονέα. Όταν οι γονείς μαθαίνουν πώς να «χτίζουν» γλωσσικές ευκαιρίες στην καθημερινότητα (μέσα από παιχνίδι, ρουτίνες, διάλογο, ανοιχτές ερωτήσεις, επεκτάσεις λόγου), η πρόοδος του παιδιού ενισχύεται και γενικεύεται πιο εύκολα εκτός θεραπευτικού πλαισίου.
Σε παιδιά που έχουν πολύ χαμηλή λεκτική παραγωγή ή δυσκολεύονται να επικοινωνήσουν λειτουργικά, μπορεί να αξιοποιηθούν εναλλακτικοί τρόποι επικοινωνίας (π.χ. οπτικά συστήματα, εικόνες, χειρονομίες ή συσκευές επικοινωνίας). Αυτές οι προσεγγίσεις δεν εμποδίζουν την ανάπτυξη λόγου· αντίθετα μειώνουν την απογοήτευση και «ανοίγουν δρόμο» για περισσότερη επικοινωνία.
Η παρέμβαση θεωρείται επιτυχημένη όταν βελτιώνει την καθημερινή λειτουργικότητα: το παιδί να μπορεί να ζητά, να περιγράφει, να συμμετέχει στη συζήτηση, να κατανοεί οδηγίες, να αφηγείται, να μαθαίνει στο σχολείο και να έχει θετική εικόνα για τον εαυτό του.
Πρακτικός οδηγός για το σπίτι
Η καθημερινότητα είναι το πιο δυνατό “θεραπευτικό περιβάλλον”. Μικρές αλλαγές κάνουν μεγάλη διαφορά.
Μιλήστε στο παιδί με καθαρό, απλό λόγο και δώστε του χρόνο να απαντήσει χωρίς να το διακόπτετε. Επαναλάβετε σωστά αυτό που είπε, χωρίς να το διορθώνετε άμεσα, ώστε να ακούει το σωστό μοντέλο. Διαβάστε βιβλία μαζί και σταματήστε συχνά για να σχολιάσετε εικόνες, να κάνετε ερωτήσεις, να συνδέσετε την ιστορία με προσωπικές εμπειρίες. Στο παιχνίδι, ακολουθήστε το ενδιαφέρον του παιδιού και βάλτε γλώσσα πάνω σε αυτό που κάνει. Όσο πιο “ζωντανή” και φυσική είναι η επικοινωνία, τόσο πιο γρήγορα χτίζονται δεξιότητες.
Υποστήριξη στο σχολείο

Τα παιδιά με γλωσσικές δυσκολίες ωφελούνται ιδιαίτερα από ένα σχολείο που καταλαβαίνει τις ανάγκες τους.
Βοηθά όταν οι οδηγίες δίνονται σε μικρά βήματα, με απλό λεξιλόγιο και οπτική υποστήριξη. Χρειάζεται επιπλέον χρόνος στις εργασίες, προφορικές επαναδιατυπώσεις, ευκαιρίες να απαντούν με διαφορετικούς τρόπους (π.χ. με εικόνες ή λέξεις-κλειδιά), και έμφαση στην κατανόηση, όχι στην ταχύτητα. Η στενή συνεργασία γονέων–εκπαιδευτικών–θεραπευτών είναι καθοριστική για να υπάρχει κοινή στρατηγική.
Μύθοι και αλήθειες για τις γλωσσικές δυσκολίες
Μύθος: «Θα μιλήσει όταν θελήσει, όλα τα παιδιά αργούν λίγο»
Αλήθεια: Κάποια παιδιά πράγματι αργούν λίγο και μετά κάνουν άλματα. Όμως όταν η καθυστέρηση είναι μεγάλη, όταν δεν ακολουθούνται βασικά αναπτυξιακά ορόσημα ή όταν η πρόοδος “κολλάει” για μήνες, αυτό δεν είναι απλώς θέμα ρυθμού. Η έγκαιρη αξιολόγηση ξεχωρίζει την παροδική καθυστέρηση από μια πιο επίμονη δυσκολία — και όσο νωρίτερα υπάρξει υποστήριξη, τόσο καλύτερα αποτελέσματα βλέπουμε σε λόγο, κοινωνική επικοινωνία και σχολική μάθηση.
Μύθος: «Φταίει το περιβάλλον / δεν μιλάνε αρκετά στο παιδί»
Αλήθεια: Η γλωσσική ανάπτυξη είναι νευροαναπτυξιακή διαδικασία. Το περιβάλλον παίζει σημαντικό ρόλο στο πώς θα αξιοποιηθούν οι δυνατότητες ενός παιδιού, αλλά δεν “δημιουργεί” από μόνο του μια αναπτυξιακή γλωσσική διαταραχή. Ένα πλούσιο γλωσσικά σπίτι βοηθά, όμως ένα παιδί με δυσκολία χρειάζεται και εξειδικευμένη παρέμβαση, όχι ενοχές ή πίεση.
Μύθος: «Είναι απλώς ντροπαλό ή τεμπέλικο»
Αλήθεια: Πολλά παιδιά με γλωσσικές δυσκολίες κατηγοριοποιούνται άδικα ως «ντροπαλά», «απρόσεκτα» ή «αδιάφορα». Στην πραγματικότητα μπορεί να δυσκολεύονται να κατανοήσουν τι τους λέμε ή να βρουν τις σωστές λέξεις για να απαντήσουν. Όταν η επικοινωνία γίνεται κουραστική, το παιδί συχνά αποσύρεται για να προστατευτεί από την απογοήτευση. Η σωστή κατανόηση του λόγου πίσω από τη συμπεριφορά αλλάζει ριζικά το πώς το στηρίζουμε.
Μύθος: «Αφού καταλαβαίνει, δεν υπάρχει πρόβλημα»
Αλήθεια: Υπάρχουν παιδιά που κατανοούν αρκετά καλά, αλλά δυσκολεύονται να εκφραστούν. Η έκφραση απαιτεί οργάνωση σκέψης, γραμματική, λεξιλόγιο και ικανότητα να “στήσεις” πρόταση. Αν αυτά δεν είναι σταθερά, το παιδί μπορεί να φαίνεται ότι «ξέρει αλλά δεν μιλάει». Αυτό είναι πραγματική δυσκολία και επηρεάζει κοινωνικές σχέσεις και σχολική επίδοση.
Μύθος: «Αν ξεκινήσει λογοθεραπεία, θα “κολλήσει” εκεί και δεν θα μιλήσει μόνο του»
Αλήθεια: Η λογοθεραπεία δεν αντικαθιστά τη φυσική ανάπτυξη — τη διευκολύνει. Δεν “μαθαίνει” το παιδί να μιλά μηχανικά, αλλά του δίνει δρόμους να οργανώσει τη γλώσσα, να βελτιώσει την κατανόηση και να νιώθει επιτυχημένο στην επικοινωνία. Τα παιδιά δεν εξαρτώνται από τη θεραπεία· κερδίζουν δεξιότητες για να σταθούν πιο αυτόνομα.
Μύθος: «Οι δυσκολίες στον λόγο είναι πάντα κάτι που περνά»
Αλήθεια: Οι δυσκολίες άρθρωσης συχνά βελτιώνονται με την ηλικία, αλλά όχι πάντα. Η αναπτυξιακή γλωσσική διαταραχή, για παράδειγμα, έχει μακροχρόνιο χαρακτήρα. Αυτό δεν σημαίνει ότι “δεν αλλάζει τίποτα”. Σημαίνει ότι χρειάζεται σταθερή υποστήριξη και κατάλληλες στρατηγικές, ώστε το παιδί να προχωρά, να βρίσκει τρόπους να αντισταθμίζει και να χτίζει δυνατά σημεία.
Μύθος: «Αν μιλάει “καθαρά”, τότε δεν έχει γλωσσική δυσκολία»
Αλήθεια: Η καθαρή άρθρωση δεν εγγυάται ότι η γλώσσα λειτουργεί καλά. Κάποια παιδιά λένε σωστά τους ήχους, αλλά δυσκολεύονται να καταλάβουν σύνθετες οδηγίες, να αφηγηθούν, να βρουν λέξεις ή να οργανώσουν σκέψη σε λόγο. Γι’ αυτό όταν αξιολογούμε τη γλώσσα, κοιτάμε όλο το φάσμα: κατανόηση, έκφραση, λεξιλόγιο, γραμματική και κοινωνική χρήση.
Συμπέρασμα
Συχνές ερωτήσεις (FAQ)
Είναι φυσιολογικό να αργεί λίγο να μιλήσει ένα παιδί;
Ναι, υπάρχει μεγάλη φυσιολογική ποικιλία. Αυτό που μας ενδιαφέρει είναι αν το παιδί εξελίσσεται σταθερά, αν καταλαβαίνει την καθημερινή ομιλία και αν εμφανίζει νέες δεξιότητες με τον χρόνο. Όταν η καθυστέρηση είναι μεγάλη ή δεν υπάρχει πρόοδος για μήνες, τότε χρειάζεται αξιολόγηση.
Πότε είναι καλή στιγμή να δω λογοθεραπευτή;
Όταν υπάρχει ανησυχία, η απάντηση είναι «νωρίς». Η αξιολόγηση δεν δεσμεύει ότι θα ξεκινήσει θεραπεία, αλλά δίνει σαφή εικόνα. Ειδικά πριν τα 3 χρόνια, η έγκαιρη καθοδήγηση μπορεί να αλλάξει την πορεία.
Μπορεί η γλωσσική δυσκολία να επηρεάσει το σχολείο αργότερα;
Ναι. Η γλώσσα είναι βάση για ανάγνωση, γραφή, κατανόηση κειμένου και μαθησιακή οργάνωση. Όσο νωρίτερα ενισχυθεί, τόσο πιο ομαλή γίνεται η σχολική ένταξη.
Αν το παιδί έχει δυσκολία στον λόγο, σημαίνει ότι έχει και νοητική δυσκολία;
Όχι. Πολλά παιδιά με γλωσσικές δυσκολίες έχουν φυσιολογική ή και υψηλή νοημοσύνη. Το ζήτημα είναι ο τρόπος επεξεργασίας και χρήσης της γλώσσας, όχι η γενική γνωστική ικανότητα.
Ο τραυλισμός στην προσχολική ηλικία περνά πάντα μόνος του;
Σε αρκετές περιπτώσεις μειώνεται φυσικά. Όμως, όταν επιμένει, αυξάνεται ή το παιδί δείχνει δυσφορία/αποφυγή, η πρώιμη παρέμβαση είναι η καλύτερη επιλογή.
Πρωτότυπο περιεχόμενο από την ομάδα συγγραφής του Upbility. Απαγορεύεται η αναπαραγωγή αυτού του άρθρου, εν όλω ή εν μέρει, χωρίς αναφορά στον εκδότη.
Βιβλιογραφία
- American Speech-Language-Hearing Association. (2023). Developmental Milestones: Birth to 5 Years.
- American Speech-Language-Hearing Association. (2023). Late Language Emergence: Practice Portal.
- Bishop, D. V. M., Snowling, M. J., Thompson, P. A., & Greenhalgh, T. (2017). CATALISE: A multinational and multidisciplinary Delphi consensus study of problems with language development. Journal of Child Psychology and Psychiatry.
- Norbury, C. F., et al. (2016). The impact of nonverbal ability on prevalence and clinical presentation of developmental language disorder. Journal of Child Psychology and Psychiatry.
- Lord, C., et al. (2018). Developmental language difficulties and academic outcomes. Annual Review of Developmental Psychology.
- Stuttering Foundation. (2022). Early Childhood Stuttering and Intervention Guidelines.
- American Academy of Pediatrics. (2023). Speech and Language Developmental Milestones.
- Ebbels, S. H., McCartney, E., Slonims, V., Dockrell, J. E., & Norbury, C. F. (2019). Evidence-based pathways to intervention for children with language disorders. International Journal of Language & Communication Disorders.
- Law 4823/2021 και θεσμικό πλαίσιο ΚΕΔΑΣΥ στην Ελλάδα (Υπουργείο Παιδείας).
- Geronikou, E., et al. (2023). Speech and language development in Greek-speaking children. Languages (Special Issue: Facets of Greek Language).